Ο Ανδρέας Ψαράκος παρουσιάζει ζωγραφικά έργα και μικρογλυπτά, όπου πρωταγωνιστικό ρόλο έχει το ποδήλατο, το οποίο αποτελεί βασικό μέσο επικοινωνίας του με τον άνθρωπο.
Ο καλλιτέχνης αφηγείται την ιστορία πίσω από την έμπνευση και την αγάπη του για το ποδήλατο:
"Τον Σεπτέμβρη του 1986 πήγα για ένα μήνα στο χωριό Κατσίκια.
Το χωριό αυτό είναι χτισμένο σε ένα βουνό πολύ κοντά στον Άγιο Νικόλαο της Κρήτης.
Η θέα από εκεί που μέναμε ήταν καταπληκτική. Μια απερίγραπτη ομορφιά.
Μπορούσες με μια ματιά να θαυμάσεις τον Άγιο Νικόλαο, το λιμανάκι, τις ακρογιαλιές, την Ελούντα, την Σπιναλόγκα, το Κρητικό Πέλαγος.
Ακόμα και τους ανθρώπους μπορούσες να παρατηρείς, έμοιαζαν με μινιατούρες που περπατούν, που κινούνται με μηχανές, με αυτοκίνητα, που λούζονται, που λιάζονται.
Η κυρία Σοφία Κανά καθηγήτρια φυτικών βαφών και χρωμάτων κάθε χρόνο επέλεγε 6 άτομα που μαθήτευαν δίπλα της με κρατική υποτροφία.
Οι χώροι εργασίας ήταν φωτεινοί, λειτουργικοί, άνετοι.
Η δε κυρία Κανά μοναδική, ευφυής, ακούραστη, τολμηρή, ευαίσθητη και μας αγαπούσε πάρα πολύ.
Το πρόγραμμα είχε ως εξής:
Σεμινάρια και μαθήματα μέχρι τις 2 η ώρα στο εργαστήριο. Μετά ακολουθούσε φαγητό.
Από τις 2.30 έως 5 ύπνος και το απόγευμα ξανά εργαστήρια.
Όμως εγώ που να κοιμηθώ το μεσημέρι με τέτοια θέα;
Θα ήθελα με κάποιο τρόπο αν μπορούσα να βρεθώ στον Άγιο Νικόλαο, στην Ελούντα, να μιλήσω με τους ανθρώπους, να κολυμπήσω, να γίνω ένα μαζί τους.
Σκέφτηκα ότι ο μόνος τρόπος για να επικοινωνήσω ήταν να είχα ένα ποδήλατο, να κατέβαινα κάτω και μετά με κάποιο τρόπο να γυρνούσα πάλι.
Είχε κολλήσει το μυαλό μου.
Οπότε μια μέρα δεν άντεξα άλλο, πήρα χαρτί του μέτρου και ξεκίνησα να κολλάω, να κάνω μεγάλες επιφάνειες. 1,50 Χ 2,00 μέτρα και να ζωγραφίζω ποδήλατα σε φυσικό μέγεθος.
Και έτσι με αυτό τον τρόπο έφτασα στην θάλασσα. Και κολύμπησα με την ψυχή μου.
Θα έλεγα ότι ξεκίνησα να ζωγραφίζω τα ποδήλατα από μια βαθειά ανάγκη για επικοινωνία.
Αυτή είναι η μια εκδοχή.
Αλλά αν κοιτάξω πιο πίσω θυμάμαι το εξής:
Θα ήμουν 6-7 χρονών περίπου όταν η γιαγιά μου, μου έκανε στην γιορτή μου, δώρο ένα ποδήλατο.
Ήταν ένα γερμανικό ποδήλατο της κατοχής πιο μικρό μέγεθος από το κανονικό.
Ήμουν πολύ χαρούμενος με το κόκκινο ποδήλατό μου.
Κάποιο βράδυ πήγα να παίξω μπάλα στην πλατεία του χωριού.
Το ακούμπησα στον κορμό ενός δένδρου και άρχισα να παίζω με μανία. Όταν τελειώσαμε το παιχνίδι το ποδήλατο δεν υπήρχε πουθενά.
Η λύπη μου ήταν ατελείωτη και κράτησε πάρα πολύ καιρό.
Έχουν περάσει σχεδόν 50 χρόνια από τότε.
Τώρα κατασκευάζοντας ποδήλατα στο χώρο μου με διάφορα χρώματα, θα μπορούσα να πω στα παιδιά να μην στενοχωριούνται εάν τους κλέψουν το ποδήλατό τους.
Θα με βρουν, και εγώ θα τους στείλω με την σειρά μου, ένα ποδήλατο μινιατούρα να απαλύνω λίγο την λύπη τους."